Η Ε.Σ.Ε.Ε. επιμένει σε χαμηλούς συντελεστές και προτείνει ένα απλούστερο σύστημα Φ.Π.Α. στην Ε.Ε.
Monday July 25, 2011 12:30 AM
ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ 42 – 105 63 ΑΘΗΝΑ
Αθήνα, 25 Ιουλίου 2011
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
«Η ΕΣΕΕ επιμένει σε χαμηλούς συντελεστές και προτείνει ένα απλούστερο σύστημα ΦΠΑ στην Ε.Ε.»
Στο πλαίσιο της συζήτησης στην Ολομέλεια της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ) επί του σχεδίου Πράσινης Βίβλου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το μέλλον του συστήματος ΦΠΑ, η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, ως εκπρόσωπος του ελληνικού εμπορίου, συνέταξε και απέστειλε αναλυτικό υπόμνημα θέσεων και προτάσεων.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η ΕΣΕΕ, λόγω της πολύ δύσκολης οικονομικής συγκυρίας και της αδυναμίας των επιχειρήσεων να αντεπεξέλθουν σε βασικές τους υποχρεώσεις, έχει επανειλημμένως διατυπώσει την πρότασή της για χαμηλότερο ενιαίο συντελεστή ΦΠΑ με ισοδύναμη δημοσιονομική απόδοση. Στις 29 Οκτωβρίου 2010 απέστειλε επιστολή προς την τότε ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών σχετικά με την προώθηση ενός ενιαίου συντελεστή ΦΠΑ, με τη διατήρηση όμως ενός χαμηλού συντελεστή για τα είδη πρώτης ανάγκης. Την 1η Νοεμβρίου 2010 εξέδωσε δελτίο τύπου στο οποίο αναλύεται η ισοδύναμη δημοσιονομική απόδοση του ενιαίου ΦΠΑ. Στις 2 Μαΐου 2011 και επ’ αφορμή της διαμόρφωσης του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου, επανέφερε την προηγούμενη πρότασή της τεκμηριώνοντας την οικονομική της απόδοση.
Ο εμπορικός κόσμος πιστεύει ότι η άμεση εφαρμογή αυτής της πρότασης μπορεί να αποτελέσει μια αποδοτικότερη σύνδεση της φορολογικής πολιτικής με την αναθέρμανση της αγοράς. Είναι εμφανές, και από την πορεία που έχουν λάβει τα φορολογικά έσοδα, ότι η εν λόγω πολιτική των συνεχών αυξήσεων του ΦΠΑ, είναι αδιέξοδη και δυσχεραίνει την ήδη δύσκολη κατάσταση που έχει επικρατήσει στην ελληνική αγορά.
Η πραγματικότητα είναι ότι, τα οφέλη που υποτίθεται ότι προέκυψαν πέρσι για τα κρατικά ταμεία τόσο από την αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ στο 23%, όσο και από την ένταξη για πρώτη φορά πολλών κλάδων στο ΦΠΑ αμφισβητούνται έντονα, με αποτέλεσμα ο ΦΠΑ να μην είναι στον ίδιο βαθμό υπολογίσιμος για την αύξηση των κρατικών εσόδων, επαναφέροντας έτσι στη συζήτηση το ζήτημα αφενός μεν του προσδιορισμού χαμηλότερου και ενιαίου συντελεστή ΦΠΑ, αφετέρου δε του τρόπου είσπραξής του σε πραγματικό χρόνο.
Η ΕΣΕΕ εκφράζει την πεποίθηση ότι μέσα στο πλαίσιο της πολύ δύσκολης οικονομικής συγκυρίας, της αδυναμίας των επιχειρήσεων να αντεπεξέλθουν σε βασικές τους υποχρεώσεις και της σημαντικότητας του ΦΠΑ ως κύριας πηγής φορολογικών εσόδων των κρατών μελών της Ε.Ε., θα πρέπει να επιδιωχθεί ένα πιο απλό και αποτελεσματικό σύστημα ΦΠΑ που θα διέπει όλα τα κράτη μέλη της Ε.Ε..
Αναλυτικά, οι προτάσεις της ΕΣΕΕ συμπεριλαμβάνονται σε σχετικό υπόμνημα προς την Ε.Ε. επί του «Σχεδίου της Πράσινης Βίβλου για το μέλλον του ΦΠΑ» το οποίο και επισυνάπτεται.
Ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης δήλωσε σχετικά:
«Ο Ιούλιος είναι ο καλοκαιρινός μήνας του ΦΠΑ και συγκεκριμένα η 26η ημέρα του, εάν δεν έχει δοθεί κάποια παράταση, είναι η μέρα της υποχρέωσης καταβολής του ΦΠΑ που είτε έχει, είτε δεν έχει εισπραχθεί από τις επιχειρήσεις αποδίδεται σε μηνιαία ή σε τριμηνιαία βάση.
Η καταβολή του ΦΠΑ μπορεί να έχει γίνει εφιάλτης για περισσότερους από 1,5 εκατομμύριο ελεύθερους επαγγελματίες και επιτηδευματίες, αλλά κανείς δεν νομιμοποιείται να παρακινεί δημόσια για μη καταβολή του ΦΠΑ και να παροτρύνει με οποιοδήποτε τρόπο κάποιον να διαπράξει κακούργημα ή πλημμέλημα, χωρίς να κινδυνεύει να τιμωρηθεί σύμφωνα με το άρθρο 184 για διέγερση, με ποινή φυλάκισης μέχρι τριών ετών βάσει του άρθρου 83 του Ποινικού Κώδικα.
Η συζήτηση για το ΦΠΑ γίνεται ακόμη πιο επίκαιρη δεδομένου ότι το θέμα συζητείται στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το «Σχέδιο της Πράσινης Βίβλου για το μέλλον του ΦΠΑ» και ελπίζουμε ότι οι προτάσεις μας θα βοηθήσουν στα πλαίσια του διαλόγου που έχει ξεκινήσει για ένα απλούστερο, ισχυρότερο και αποτελεσματικότερο σύστημα Φ.Π.Α. καταβολής και είσπραξης χωρίς να χρειάζεται η μικρομεσαία επιχείρηση να εκτελεί χρέη φοροεισπράκτορα».
ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΕΣΕΕ ΣΤΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΦΠΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ – ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΑΣΙΝΗΣ ΒΙΒΛΟΥ
Εισαγωγικά Σχόλια
Το εισηγητικό κείμενο του σχεδίου Πράσινης Βίβλου για το μέλλον του ΦΠΑ περιέχει συμπεράσματα τα οποία πρέπει να αναλυθούν με ιδιαίτερη προσοχή.
Συγκεκριμένα, το εισηγητικό κείμενο αναφέρει :«Δεδομένης της ιδιαίτερης πτώσης που σημειώθηκε στα έσοδα που προέρχονται από άμεσους φόρους και φόρους περιουσίας λόγω της πρόσφατης ύφεσης, είναι πιθανό το μερίδιο των εσόδων του ΦΠΑ στο σύνολο των φορολογικών εσόδων να έχει αυξηθεί ακόμη περισσότερο σε πολλά κράτη μέλη». Κατ’ ακολουθία, εφόσον λόγω της ύφεσης μειώνονται οι άμεσοι φόροι, είναι βέβαιο ότι λόγω της ύφεσης θα μειωθεί η κατανάλωση (τζίρος) και άρα κατ’ επέκταση και τα έσοδα από το ΦΠΑ.
Επίσης, στο εισηγητικό αναφέρεται ότι, για να ξεπεραστεί το πρόβλημα των μειωμένων εσόδων, ορισμένα κράτη-μέλη προτίθενται να αυξήσουν τους συντελεστές ΦΠΑ. Αυτό, θα γίνει στα πλαίσια μιας μακροπρόθεσμης μεταστροφής της άμεσης φορολογίας προς την έμμεση. Είναι αυτονόητο, ότι η μεταστροφή αυτή μπορεί μεν να στηριχτεί στην αποτελεσματικότητα των φόρων κατανάλωσης (που αποτελεί ευρύτερη και σταθερή βάση της φορολογίας), όμως είναι αντίθετη στην βασική αρχή φορολογικής δικαιοσύνης, που αποτελεί και ελληνική συνταγματική διάταξη, δηλαδή ότι ο κάθε φορολογούμενος πολίτης καταβάλλει φόρους με βάση την εισοδηματική του δυνατότητα. Με την συγκεκριμένη αρχή συντάσσεται απολύτως και η Ε.Σ.Ε.Ε. Αντικειμενικά, ο επαχθέστερος τρόπος φορολόγησης είναι αυτός της έμμεσης φορολογίας, διότι εφαρμόζεται αδιακρίτως και επιπρόσθετα τροφοδοτεί τον πληθωρισμό, αυξάνοντας το τελικό κόστος των αγαθών και υπηρεσιών.
Σύμφωνα με την εισήγηση, η μεταστροφή στην έμμεση φορολόγηση θα επιτρέψει την εφαρμογή χαμηλότερων συντελεστών και θα αμβλύνει τις στρεβλωτικές επιπτώσεις της φορολογίας με ευνοϊκό αντίκτυπο στην ανάπτυξη και απασχόληση. Εδώ, θα πρέπει να αιτιολογηθεί πώς θα φθάσουμε στην μείωση των συντελεστών όταν η τάση, όπως η ίδια η έκθεση αναφέρει, είναι να αυξάνονται. Επίσης θα πρέπει να διατηρηθούν επιφυλάξεις σχετικά με την ανάπτυξη και με την απασχόληση διότι, σε εποχές λιτότητας, οι καταναλωτικές δαπάνες μειώνονται και η μείωση της κατανάλωσης θα φέρει ύφεση και μείωση της απασχόλησης. Με δεδομένη πια την γήρανση των κοινωνιών στις αγορές εργασίας, των προτύπων αποταμίευσης και κατανάλωσης και των δημοσίων οικονομικών κατά τα επόμενα έτη, τα φορολογικά συστήματα θα πρέπει να προσαρμοστούν στο πως θα περιοριστεί η φοροδιαφυγή, ούτως ώστε η ελάφρυνση της φορολόγησης της εργασίας και του κεφαλαίου να μην είναι προαπαιτούμενο της αύξησης της έμμεσης φορολογίας..
Η μεταρρύθμιση του συστήματος ΦΠΑ είναι γεγονός ότι πρέπει να στηρίξει και να δώσει νέα ώθηση στην ενιαία αγορά, αποτελώντας το θεμέλιο μιας έξυπνης δημοσιονομικής εξυγίανσης των κρατών μελών. Προϋποθέτει όμως καθιέρωση ενός ολοκληρωμένου και αποτελεσματικού συστήματος ΦΠΑ το οποίο θα βασίζεται στην απλότητα και τη διασταύρωση πληροφοριών με τη βοήθεια της πληροφορικής. Κατά τον σχεδιασμό του νέου θεσμικού καθεστώτος ΦΠΑ θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερο βάρος στη μείωση του κόστους εφαρμογής και συμμόρφωσης, έτσι ώστε να συντελέσει στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.
Είναι απαραίτητο σε όλα τα κράτη μέλη να ισχύουν οι ίδιοι κανόνες για τις συναλλαγές, τους συντελεστές, τις εκπτώσεις, τα έντυπα, τις διαδικασίες, τρόπους πληρωμής και είσπραξης κ.λπ. Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλιστεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων που ανήκουν σε διαφορετικά κράτη μέλη. Για την απλοποίηση του καθεστώτος του ΦΠΑ, ενδεικτικά αναφέρεται ότι η Ε.Σ.Ε.Ε κατ’ επανάληψη έχει ζητήσει έναν ενιαίο συντελεστή για όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες, με ορισμένες εξαιρέσεις μόνο στα είδη βασικής διατροφής.
Παρατηρήσεις επί του κυρίως σχεδίου
Ο Φ.Π.Α. είναι ίσως η σημαντικότερη πηγή φορολογικών εσόδων των κρατών μελών της ΕΕ και για κάποια από αυτά τα κράτη, η κύρια πηγή εσόδων. Λόγω της κρίσης, πολλές χώρες την τελευταία διετία, αύξησαν τους συντελεστές τους προσπαθώντας να αλλάξουν τη σχέση των εσόδων από άμεση και έμμεση φορολογία. Σε αυτά τα πλαίσια της σημαντικότητας του εν λόγω φόρου, πιστεύουμε ότι για να γίνει πιο εύκολα εισπράξιμος και λειτουργικός, θα
πρέπει να διέπεται από ένα ολοκληρωμένο σύστημα που θα είναι συμβατό με τις οικονομικές και τεχνολογικές εξελίξεις που συμβαίνουν και θα το χαρακτηρίζει η απλότητα και η αποτελεσματικότητα.
Η πολυπλοκότητα την διατάξεων που διέπουν το Φ.Π.Α. τόσο στη χώρα μας, όσο και στην ΕΕ, δημιουργεί φόρτο εργασίας στις επιχειρήσεις και προβλήματα στην είσπραξη του, από την πλευρά των κρατών μελών. Το κόστος αυτό μεταφράζεται για τις επιχειρήσεις σε χιλιάδες ανθρωποώρες και πρόσληψη ειδικών, προκειμένου να δώσουν λύση σε ειδικευμένα θέματα εφαρμογής της νομοθεσίας του Φ.Π.Α. Τα περισσότερα των προβλημάτων βεβαίως αντιμετωπίζονται στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και όχι τόσο στις εγχώριες. Αυτό συμβαίνει, διότι άλλο είναι το καθεστώς Φ.Π.Α. της κάθε χώρας μέλους της ΕΕ και άλλο αυτό που αφορά τις συναλλαγές που γίνονται μεταξύ επιχειρήσεων διαφορετικών κρατών μελών. Ίσως είναι πλέον καιρός να εξετάσουμε τη δημιουργία ενός ενιαίου συστήματος τόσο για τις εγχώριες όσο και για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Πρέπει, στο μέλλον, να φτάσουμε στη φορολόγηση αγαθών και υπηρεσιών στο κράτος μέλος καταγωγής και σε εναρμόνιση των συντελεστών Φ.Π.Α. με εφαρμογή ενιαίων συντελεστών για αγαθά και υπηρεσίες. Αυτό βεβαίως σημαίνει ότι το κράτος άφιξης αγαθών ή λήψης υπηρεσιών θα προβαίνει εντέλει στην είσπραξη του Φ.Π.Α. από τον τελικό καταναλωτή (πελάτη). Τούτο απαιτεί την κατάργηση του σημερινού συστήματος που διακρίνει παραδόσεις αγαθών ή παροχών υπηρεσιών μεταξύ υποκείμενων στο φόρο (business to business ή «B2B» – επιχείρηση προς επιχείρηση) και παραδόσεις αγαθών ή παροχών υπηρεσιών προς τους τελικούς καταναλωτές (business to consumer ή «B2C» – επιχείρηση προς καταναλωτή), ενός συστήματος που δουλεύει σε ικανοποιητικό βαθμό. Σε κάθε όμως περίπτωση, η όποια αλλαγή συστήματος θα έχει συνέπειες τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τις επιχειρήσεις, που εκτός όλων των άλλων θα κληθούν να αντιμετωπίσουν και προβλήματα ταμειακών ροών, κάτι που θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη, ούτως ώστε ένα τέτοιο εγχείρημα να γίνει όσο πιο βατά μπορεί αυτό να συμβεί.
Αναφορικά με τη διασφάλιση της ουδετερότητας του συστήματος, ίσως θα πρέπει να επανεξετασθούν θέματα όπως οι απαλλαγές από το Φ.Π.Α. ή η μη εφαρμογή του από φορείς του Δημοσίου (στην Ελλάδα), γεγονός που δημιουργεί προβλήματα στις συναλλαγές των ιδιωτικών φορέων που υπάγονται στο Φ.Π.Α. με φορείς του Δημοσίου που δεν υπάγονται ή εξαιρούνται και άρα δεν έχουν κανένα λόγο να δίνουν έργα σε τρίτους, αφού δεν μπορούν να συμψηφίσουν το Φ.Π.Α. Με αυτήν την ευκαιρία θα ήταν σωστό να επανεξεταστούν και απαλλαγές από το Φ.Π.Α. που αφορούν κοινωνικούς, πολιτιστικούς, εκπαιδευτικούς και λοιπούς λόγους.
Σε ότι αφορά το δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α., θα πρέπει να δίδεται η δυνατότητα έκπτωσης ολόκληρου του Φ.Π.Α. αγαθών και υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται για οικονομικές δραστηριότητες των επιχειρήσεων.
Προκειμένου να αποφευχθεί η διπλή φορολόγηση ή η μη καταβολή Φ.Π.Α. σε ορισμένες περιπτώσεις, ίσως είναι σκόπιμο να υπάρξει διεθνής συνεργασία των φορολογικών αρχών και σε θέματα Φ.Π.Α.
Για να συμβούν όλα τα παραπάνω θα πρέπει να υπάρχουν σαφείς κανονισμοί από την πλευρά της ΕΕ, που θα υιοθετούνται από τα εθνικά δίκαια των κρατών μελών, για να αποφεύγονται παρερμηνείες. Η πληθώρα ειδικών κανόνων και διατάξεων από την ΕΕ κάνει ακόμη πιο πολύπλοκο το σύστημα του Φ.Π.Α. Ένας κατάλογος τυπικών υποχρεώσεων που απορρέουν από το Φ.Π.Α. για τα κράτη μέλη της ΕΕ ίσως βοηθούσε προς την κατεύθυνση αυτή, προκειμένου να απαλλαγούμε από τις πολύπλοκες εθνικές υποχρεώσεις, όπως απορρέουν από τις εσωτερικές νομοθεσίες.
Για τις μικρές επιχειρήσεις που τα ετήσια ακαθάριστα έσοδά τους δεν ξεπερνούν κάποια συγκεκριμένα κατώφλια, θα μπορούσαμε να έχουμε ένα πιο απλουστευμένο καθεστώς Φ.Π.Α.
Για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται πανευρωπαϊκά (μητρικές/θυγατρικές, έδρα/υποκατάστημα), θα πρέπει να υιοθετηθούν σαφείς, ξεκάθαροι κανόνες, τόσο για να μην υπάρχουν παρερμηνείες, όσο και για να μειωθεί το κόστος συμμόρφωσης στο Φ.Π.Α.
Σε ότι έχει να κάνει με την είσπραξη του Φ.Π.Α., στην Ελλάδα έχουμε προτείνει, ο πελάτης να δίνει εντολή στην Τράπεζα να καταβάλει το αντίτιμο των αγαθών ή των υπηρεσιών και η Τράπεζα να διαχωρίζει την πληρωμή μεταξύ, αφενός, του φορολογητέου ποσού, το οποίο καταβάλλει στον προμηθευτή ή στον πάροχο και αφετέρου του ποσού του Φ.Π.Α., το οποίο μεταβιβάζει άμεσα στη φορολογική αρχή. Μια τέτοια διαδικασία απαιτεί ουσιαστική τροποποίηση του τρόπου με τον οποίο οι επιχειρήσεις και οι φορολογικές διοικήσεις διαχειρίζονται τον Φ.Π.Α.
Επίσης ένας άλλος εναλλακτικός τρόπος είναι όλα τα δεδομένα των εκδιδόμενων παραστατικών αξίας (τιμολογίων, αποδείξεων λιανικής πώλησης κλπ) να αποστέλλονται σε πραγματικό χρόνο σε μια κεντρική βάση δεδομένων για την παρακολούθηση του Φ.Π.Α.. Οι φορολογικές αρχές θα λαμβάνουν τις πληροφορίες πολύ γρήγορα και με αυτόν τον τρόπο μπορούν να καταργηθούν αρκετές γραφειοκρατικές υποχρεώσεις σε θέματα Φ.Π.Α. που επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις. Το σύστημα θα είναι αποτελεσματικότερο και λιγότερο επαχθές εάν χρησιμοποιηθεί η ηλεκτρονική τιμολόγηση για όλες τις συναλλαγές από επιχείρηση προς επιχείρηση.
Σχετικά με το θέμα της προστασίας των συναλλασσομένων έναντι ενδεχόμενης εμπλοκής τους σε απάτη για το Φ.Π.Α., πιστεύουμε ότι, το δικαίωμα εισαγωγής πρόσθετων ελέγχων που μπορεί να κάνει ο λήπτης φορολογικού στοιχείου, θα περιορίσει σε ικανοποιητικό βαθμό τη διακίνηση εικονικών και πλαστών φορολογικών στοιχείων και τις απώλειες του Φ.Π.Α.
Πηγή: TAXHEAVEN