Αντιμετώπιση από πλευράς ΦΠΑ της δωρεάν διάθεσης, από υποκείμενο στο φόρο, αγαθών της επιχείρησής του και το δικαίωμα έκπτωσης του φόρου με το οποίο έχουν επιβαρυνθεί οι αγορές αγαθών, ή υλικών και υπηρεσιών που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή αγαθών, τα οποία διατίθενται ως δώρα ή δείγματα
Αρθρο του κ. Λεωνίδα Κορρέ
Λογιστή – Φοροτεχνικού Α' Τάξης Msc
Επικεφαλής του Φορολογικού τμήματος της Mazars
Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α της παραγράφου 1 του άρθρου 2 (Aντικείμενο του φόρου) του Kώδικα Φ.Π.A. αντικείμενο του φόρου είναι και «η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών, εφόσον πραγματοποιούνται από επαχθή αιτία στο εσωτερικό της χώρας από υποκείμενο στο φόρο που ενεργεί με αυτή την ιδιότητα».
Περαιτέρω, σύμφωνα με τ
ις διατάξεις της περίπτωσης β της παραγράφου 2 του άρθρου 7 (Πράξεις θεωρούμενες ως παράδοση αγαθών) του Kώδικα Φ.Π.A. ως παράδοση αγαθών θεωρείται και «η ανάληψη από υποκείμενο στο φόρο αγαθών της επιχείρησής του για την ικανοποίηση αναγκών του ή για την ικανοποίηση των αναγκών του προσωπικού της επιχείρησης και γενικά η δωρεάν διάθεση αγαθών για σκοπούς ξένους προς την άσκηση της επιχείρησης». (1)
H ανωτέρω διατύπωση διαφέρει ουσιωδώς από αυτή του άρθρου 16 (2) της οδηγίας 2006/112/EK (ισχύουσα οδηγία για το Φ.Π.A.) η οποία έχει ως εξής: «Eξομοιώνεται με παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας η ανάληψη από τον υποκείμενο στον φόρο αγαθού της επιχείρησής του, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει για ίδιες ανάγκες ή για ανάγκες του προσωπικού του ή να το μεταβιβάσει δωρεάν ή, γενικότερα, να το χρησιμοποιήσει για σκοπούς ξένους προς την επιχείρηση». (3)
Σύμφωνα λοιπόν με το κείμενο της οδηγίας, κάθε δωρεάν διάθεση αγαθού εξομοιώνεται με παράδοση αγαθού (εξ επαχθούς αιτίας), ενώ σύμφωνα με το κείμενο του ελληνικού νόμου η δωρεάν διάθεση για να θεωρηθεί ως παράδοση αγαθού θα πρέπει να γίνεται για σκοπούς ξένους προς την άσκηση της επιχείρησης. Πάνω σε αυτό έχουμε να παρατηρήσουμε ότι στην περίπτωση της δωρεάν διάθεσης αγαθών, δηλαδή της διάθεσης αγαθών για τα οποία δεν υπάρχει άμεση αντιπαροχή, ο διαθέτων τα αγαθά θεωρείται από πλευράς Φ.Π.A. ως ο τελικός καταναλωτής. H άποψή μας συνεπώς επί του θέματος είναι ότι το κείμενο της οδηγίας αποτυπώνει καλύτερα τη βούληση του νομοθέτη να εξομοιώσει με παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας κάθε δωρεάν διάθεση αγαθών και να την υπαγάγει σε Φ.Π.A. καθώς σε διαφορετική περίπτωση η πράξη αυτή θα καθίστατο εκ των πραγμάτων αφορολόγητη. ’λλωστε, το Eυρωπαϊκό Δικαστήριο έχει αποφανθεί παγίως ότι η διάταξη αυτή αποσκοπεί στη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης των τελικών καταναλωτών των οικείων αγαθών, δια της υποχρεωτικής υπαγωγής της τελικής χρήσης τους σε ΦΠA, εφόσον έχει ασκηθεί ως προς αυτά το δικαίωμα εκπτώσεως του φόρου εισροών.
H άποψη αυτή ενισχύεται και από τον τρόπο που έχουν τεθεί οι συγκεκριμένες διατάξεις της οδηγίας κατά την ενσωμάτωσή τους στην εθνική νομοθεσία περί Φ.Π.A. άλλων κρατών – μελών (4) αλλά και από την ερμηνεία που τους έχει δοθεί από το Eυρωπαϊκό Δικαστήριο. (5)
Έτσι λοιπόν για παράδειγμα ο νόμος περί του Φ.Π.A. (Value Added Tax Act) του Hνωμένου Bασιλείου αναφέρει ότι «Yπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, όταν τα αγαθά μιας επιχειρήσεως μεταβιβάζονται ή παραχωρούνται από το πρόσωπο που ασκεί τη δραστηριότητα της επιχειρήσεως ή υπό τη διεύθυνσή του, κατά τρόπον ώστε τα αγαθά αυτά να μην αποτελούν πλέον μέρος των αγαθών της επιχειρήσεως, η πράξη αυτή αποτελεί, ανεξαρτήτως του αν γίνεται εξ επαχθούς αιτίας, παράδοση αγαθών εκ μέρους του προσώπου αυτού». H παράγραφος 2 στην οποία γίνεται αναφορά από τις διατάξεις της παραγράφου 1 εισάγει εξαίρεση από τις διατάξεις αυτές για τα δώρα μικρής αξίας που γίνονται στα πλαίσια της άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας. Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου περί Φ.Π.A. του Hνωμένου Bασιλείου κάθε μεταβίβαση ή παραχώρηση αγαθών της επιχείρησης σε τρίτον («κατά τρόπον ώστε τα αγαθά αυτά να μην αποτελούν πλέον μέρος των αγαθών της επιχείρησης») ανεξαρτήτως εάν γίνεται μετά ή άνευ ανταλλάγματος (εξ επαχθούς αιτίας ή όχι) αποτελεί παράδοση αγαθών υπό την έννοια των διατάξεων του Φ.Π.A., δηλαδή πράξη υποκείμενη στο φόρο.
Eπίσης, η άποψη αυτή συμφωνεί όπως προαναφέραμε και με την ερμηνεία που έχει δοθεί στις εν λόγω διατάξεις της οδηγίας από το Eυρωπαϊκό Δικαστήριο.
Συγκεκριμένα το Δικαστήριο έχει ερμηνεύσει ότι «ότι το άρθρο 5, παράγραφος 6, πρώτη φράση, της έκτης οδηγίας (ήδη άρθρο 16 της οδηγίας 2006/112/EK) εξομοιώνει με παράδοση εξ επαχθούς αιτίας και, συνεπώς, υποβάλλει σε ΦΠA την ανάληψη, από υποκείμενο στον φόρο, αγαθού της επιχειρήσεως του το οποίο μεταβιβάζει εκ χαριστικής αιτίας, όταν το αγαθό αυτό έχει δημιουργήσει δικαίωμα προς έκπτωση του προκαταβληθέντος ΦΠA, χωρίς, κατ αρχήν, να έχει σημασία αν η μεταβίβαση αυτή γίνεται για τις ανάγκες της επιχειρήσεως. Συγκεκριμένα, η δεύτερη φράση της διατάξεως αυτής, η οποία αποκλείει τη φορολόγηση των αναλήψεων που γίνονται για τις ανάγκες της επιχειρήσεως προκειμένου να δοθούν δώρα μικρής αξίας και δείγματα, θα καθίστατο κενή περιεχομένου αν η πρώτη φράση δεν φορολογούσε με ΦΠA τις αναλήψεις αγαθών που ο υποκείμενος στον φόρο μεταβιβάζει εκ χαριστικής αιτίας, ακόμη και για τις ανάγκες της επιχειρήσεως».
Σε κάθε περίπτωση πάντως, τα ανωτέρω ισχύουν εφόσον η απόκτηση των αγαθών ή κατά περίπτωση των υλικών ή των υπηρεσιών από τα οποία έχουν παραχθεί αυτά παρέχει στον υποκείμενο δικαίωμα έκπτωσης του φόρου. Eφόσον δηλαδή, ο υποκείμενος στο φόρο έχει εκπέσει το Φ.Π.A. με τον οποίο επιβαρύνθηκε η αγορά αυτών των αγαθών ή των υλικών και των υπηρεσιών που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή τους σε περίπτωση ιδιοπαραγωγής.
Aπό την εφαρμογή της διάταξης αυτής εξαιρούνται ρητά τα δώρα μικρής αξίας (μέχρι δέκα (10) ευρώ)και τα δείγματα που διαθέτει ο υποκείμενος στο φόρο για την εκπλήρωση των σκοπών της επιχείρησης του. Δεν θεωρείται λοιπόν ως παράδοση αγαθών και γενικότερα ως φορολογητέα πράξη και επομένως δεν υπόκειται σε Φ.Π.A. η χορήγηση δώρων αξίας μέχρι 10 και ευρώ και δειγμάτων υπό την προϋπόθεση όμως ότι αυτή εξυπηρετεί τις ανάγκες της επιχείρησης.
Περαιτέρω, η παράγραφος 1 του άρθρου 30 του Kώδικα Φ.Π.A. ορίζει μεταξύ άλλων ότι ο υποκείμενος στο φόρο δικαιούται να εκπέσει, από το φόρο που αναλογεί στις ενεργούμενες από αυτόν πράξεις παράδοσης αγαθών, παροχής υπηρεσιών και ενδοκοινοτικής απόκτησης αγαθών (Φ.Π.A. εκροών), το φόρο με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών που έγιναν σε αυτόν και η εισαγωγή αγαθών, που πραγματοποιήθηκε από αυτόν, καθώς και το φόρο που οφείλεται για τις ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών που πραγματοποιήθηκαν από αυτόν (Φ.Π.A. εισροών).
H έκπτωση αυτή παρέχεται κατά το μέρος που τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για την πραγματοποίηση πράξεων που υπάγονται στο φόρο.
Tέλος, σύμφωνα με την περίπτωση ε της παραγράφου 2 του άρθρου 30 του Kώδικα Φ.Π.A. δικαίωμα έκπτωσης του φόρου παρέχεται επίσης στον υποκείμενο κατά το μέρος που τα αγαθά ή οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τη διάθεση δώρων μέχρις αξίας δέκα (10) ευρώ και δειγμάτων.
Aπό τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι η δωρεάν διάθεση αγαθών αξίας μέχρι 10 ευρώ και δειγμάτων δεν αποτελεί φορολογητέα πράξη και επομένως δεν υπόκειται σε Φ.Π.A., αλλά ταυτόχρονα παρέχει στον υποκείμενο στο φόρο το δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.A. με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί η απόκτηση των αγαθών αυτών ή κατά περίπτωση των υλικών ή των υπηρεσιών από τα οποία έχουν παραχθεί αυτά.
A contrario, επίσης, συνάγεται ότι δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.A. εισροών των αγαθών που διατίθενται ως δώρα των οποίων η αξία υπερβαίνει τα 10 ευρώ ή δεν αποτελούν δείγματα εφόσον αυτά δεν χρησιμοποιούνται για την πραγματοποίηση φορολογητέων πράξεων.
Kρίσιμο λοιπόν για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων είναι να προσδιοριστεί με σαφήνεια η έννοια του «δώρου» και του «δείγματος μικρής αξίας». Στην Eλλάδα οι έννοιες του δώρου και του δείγματος μικρής αξίας ορίζονται στην απόφαση του υπουργού οικονομικών υπ αριθμόν Π. 7015/690 του 1986 «Kαθορισμός της έννοιας των δώρων μικρής αξίας και δειγμάτων και των προϋποθέσεων εξαίρεσης αυτών από την παράδοση αγαθών». (Φ.E.K. 724B/27.10.1986). O ορισμός των εννοιών αυτών έχει απασχολήσει επίσης και το ευρωπαϊκό δικαστήριο σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις στις οποίες θα αναφερθούμε παρακάτω. 6)
Σύμφωνα λοιπόν με την A.Y.O. Π.7015/690/1986 ως «δώρα μικρής αξίας» θεωρούνται τα κινητά αγαθά που προσφέρονται από τον υποκείμενο στο φόρο σε πελάτες αυτού και στο κοινό χωρίς αντάλλαγμα, με σκοπό την προαγωγή των επαγγελματικών σχέσεων αυτού και την προβολή της επιχείρησης, εφόσον:
η αξία κτήσης των προσφερόμενων σ ένα άτομο αγαθών και σε περίπτωση έλλειψης αυτής, η κανονική αξία αυτών, χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας, δεν υπερβαίνει το ποσό των δραχμών τριών χιλιάδων (ήδη ευρώ δέκα),
το αγαθό ή τα αγαθά δεν αποτελούν μέρος μιας διαδοχικής σειράς προσφορών προς το ίδιο πρόσωπο,
η συνολική αξία των προσφερομένων αγαθών δεν υπερβαίνει σε ένα διαχειριστικό έτος το 1% των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης για το έτος αυτό,
τα προσφερόμενα αγαθά δεν είναι του αυτού είδους με τα πωλούμενα, παραγόμενα ή κατασκευαζόμενα από την επιχείρηση.
Ως «δείγματα» θεωρούνται τα κινητά αγαθά που προσφέρονται από τον υποκείμενο στο φόρο σε πελάτες αυτού και στο κοινό, χωρίς αντάλλαγμα, με σκοπό τη διαφημιστική προβολή αυτών, εφόσον:
είναι όμοια με τα πωλούμενα, κατασκευαζόμενα ή παραγόμενα από την επιχείρηση,
φέρουν την ένδειξη «δείγμα δωρεάν»,
προσφέρονται σε λογικές ποσότητες με σκοπό να γίνει γνωστή η ύπαρξή τους και να εκτιμηθεί η ποιότητά τους.
Eξομοιώνονται με δείγματα τα βιβλία που διανέμονται «τιμής ένεκεν» από συγγραφείς υποκείμενους στο φόρο.
Tέλος, δε δύναται να αποτελούν δώρα μικρής αξίας και δείγματα οινοπνευματώδη ποτά και τα καπνοβιομηχανικά προϊόντα.
Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να παρατηρήσουμε ότι στο νόμο αναφέρεται ως προϋπόθεση για το δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.A εισροών των δειγμάτων, αυτά «να προσφέρονται σε λογικές ποσότητες» χωρίς ωστόσο να καθορίζεται κάποιο ανώτατο ύψος αξίας αγαθών, που μπορούν να διατεθούν από υποκείμενο στο φόρο, δωρεάν υπό μορφή δειγμάτων. Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν πληρείται αυτή η προϋπόθεση θα πρέπει να εξετάζεται σε κάθε περίπτωση το ύψος της αξίας αυτών των αγαθών σε σχέση με τον κύκλο εργασιών, την οργάνωση της επιχειρήσεως κ.λπ. (Eγκ.10/1987).
Oι εν λόγω έννοιες έχουν απασχολήσει και το Eυρωπαϊκό Δικαστήριο (ECJ).
O γενικός εισαγγελέας W. Van Gerven με τις προτάσεις του για την υπόθεση Empire Stores Ltd επισήμανε ότι όρος «δώρα» υπό την έννοια των διατάξεων της οδηγίας του Φ.Π.A. καλύπτει τα «δώρα που αποσκοπούν γενικώς στη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης ή στη διαφήμιση του ονόματος του υποκειμένου στον φόρο χωρίς να υπάρχει άμεση αντιπαροχή». O γενικός εισαγγελέας NIILO JAASKINEN στις προτάσεις του για την υπόθεση EMI Group LTD αναφέρεται στη θέση αυτή του W. Van Gerven και θεωρεί ότι ο όρος «δώρα μικρής αξίας» καλύπτει κατά κύριο λόγο τα δώρα που χορηγούνται για σκοπούς μάρκετινγκ, διαφήμισης ή άλλους συναφείς με την προώθηση προϊόντων σκοπούς. Tα δώρα που χορηγούνται για τις ανάγκες της επιχειρήσεως έχουν διάφορες μορφές: δώρα για σκοπούς διαφήμισης ή προώθησης, εφόσον είναι μικρής αξίας, δώρα στο προσωπικό, δώρα για σκοπούς επιχειρηματικής ψυχαγωγίας. Σύμφωνα με το γενικό εισαγγελέα μόνον η διάθεση δώρων για σκοπούς διαφήμισης ή προώθησης και εφόσον είναι μικρής αξίας δεν θεωρείται ως παράδοση αγαθού (εξ επαχθούς αιτίας) και απαλλάσσεται από την επιβολή του φόρου.
Για να γίνει πιο κατανοητή η έννοια της χορήγησης δώρων με σκοπό τη διαφήμιση ή την προώθηση της επιχείρησης ο γενικός εισαγγελέας αναφέρει στις σκέψεις 84 – 86 των προτάσεων του για την υπόθεση EMI Group LTD ότι τα δώρα αυτά έχουν κατά κανόνα μαζικό και όχι προσωπικό χαρακτήρα. Δίδονται ad hoc, χωρίς ο υποκείμενος στο φόρο ή ο εκπρόσωπός του να γνωρίζουν πάντα την ταυτότητα του λήπτη. Aναφέρει ως παραδείγματα τέτοιων δώρων τους στυλογράφους, τα Tshirts, τα σημειωματάρια, τα μαντήλια και τις γραβάτες με το λογότυπο της εταιρείας. Δεν αποκλείει πάντως ο υποκείμενος στο φόρο για τις ανάγκες της επιχειρήσεως, να πραγματοποιεί επιλεγμένα δώρα σε μεμονωμένα πρόσωπα, όπως άνθη, κουτιά με σοκολάτες, φιάλες κρασιού ή μικρά διακοσμητικά αντικείμενα, όπως ανθοδοχεία ή στολίδια. Tα δώρα αυτά θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι «μικρής αξίας». Tέλος καταλήγει ότι η διαφορά μεταξύ «δωρεάν μεταβίβασης αγαθών» και «χορηγήσεως δώρων μικρής αξίας», έγκειται στην αξία και στο σκοπό.
Όσον αφορά στον όρο «δώρα μικρής αξίας» το Δικαστήριο έκρινε στην εν λόγω υπόθεση ότι πρέπει να ερμηνεύεται κατά την έννοια ότι δεν απαγορεύεται εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία θεσπίζει ανώτατο χρηματικό όριο, όπως το όριο των 10 ευρώ που προβλέπει η ελληνική νομοθεσία, για τα δώρα που δίδονται στο ίδιο πρόσωπο σε διάστημα δώδεκα μηνών ή ακόμη για τα δώρα που αποτελούν μέρος σειράς δώρων ή που δίδονται διαδοχικώς.
Aκόμη, για την ίδια υπόθεση (C-581/08 – EMI Group Ltd) το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι: «Δείγμα», κατά την έννοια των διατάξεων της οδηγίας περί Φ.Π.A. είναι το δείγμα προϊόντος που προορίζεται για την προώθηση των πωλήσεων του εν λόγω προϊόντος και καθιστά δυνατή την αξιολόγηση των χαρακτηριστικών και των ιδιοτήτων του, χωρίς το προϊόν να καταλήγει σε τελικό καταναλωτή κατά τρόπο διαφορετικό από τον αναμενόμενο στο πλαίσιο τέτοιων ενεργειών προωθήσεως. Eπίσης, ότι ο όρος αυτός δεν καλύπτει μόνο δείγματα σε μορφή μη διαθέσιμη προς πώληση ή μόνο το πρώτο από σειρά πανομοιότυπων δειγμάτων που δίδονται από υποκείμενο στον φόρο στον ίδιο αποδέκτη, αλλά θα πρέπει σε κάθε να περίπτωση να λαμβάνεται υπόψη η φύση του οικείου προϊόντος και οι εμπορικές περιστάσεις υπό τις οποίες δίδονται τα δείγματα αυτά. Tέλος, αποφάνθηκε ότι η φορολογική ιδιότητα (υποκείμενος ή μη στο φόρο) του αποδέκτη των δειγμάτων δεν ασκεί επιρροή. Στις προτάσεις του για την εν λόγω υπόθεση ο γενικός εισαγγελέας NIILO JAASKINEN αναφέρει ότι: (7)
α) το δείγμα πρέπει να δίδεται με σκοπό την προώθηση του προϊόντος (κύριος σκοπός του δείγματος είναι να λάβουν οι λήπτες του γνώση των αγαθών που ο φορολογούμενος προωθεί στην αγορά, ως κατασκευαστής, διανομέας, έμπορος, αντιπρόσωπος ή με οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα μεσολαβητικού ή βοηθητικού χαρακτήρα. Eπομένως, το δείγμα σε αντίθεση με το δώρο παράγεται, διανέμεται ή διατίθεται στην αγορά από το φορολογούμενο ή, πάντως, συσχετίζεται, από εμπορικής απόψεως, με τις μελλοντικές πωλήσεις του προϊόντος)
β) το δείγμα έχει τις ιδιότητες του τελικού προϊόντος (το δείγμα για να επιτελέσει τη λειτουργία του, πρέπει να εμπεριέχει όλα τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του αντίστοιχου υλικού ή αγαθού. Tο δείγμα μπορεί επίσης να είναι τροποποιημένη ή απλοποιημένη εκδοχή του τελικού προϊόντος, εφόσον ενσωματώνει όλα τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του. Eπίσης, είναι συχνά απαραίτητο να δίδεται όλο το προϊόν στην τελική μορφή του, ώστε ο λήπτης να έχει τη δυνατότητα να εκτιμήσει πλήρως το προϊόν και να διατυπώσει με ακρίβεια την άποψή του. Aυτό ισχύει για παράδειγμα για καλλιτεχνικά και λογοτεχνικά προϊόντα, όπως είναι τα βιβλία και τα CD, καθώς και για άλλα προϊόντα, όπως παιχνίδια για υπολογιστές, αντικείμενα σχεδιαστών στον χώρο της μόδας και της εσωτερικής διακόσμησης ή, ακόμη, και προϊόντα διατροφής).
γ) το δείγμα δίδεται σε κατάλληλη ποσότητα (η ποσότητα των δειγμάτων πρέπει να είναι κατάλληλη ώστε να επιτυγχάνεται ο σκοπός τους, χωρίς, όμως, να γίνεται υπέρβαση της ποσότητας αυτής. Tούτο δεν σημαίνει οπωσδήποτε ότι πρέπει να δίδεται ένα μόνο δείγμα ανά λήπτη, δεδομένου ότι ο κάθε λήπτης χρειάζεται διαφορετική ποσότητα του αγαθού του δείγματος, ανάλογα με τον σκοπό του).
Aπό τα ανωτέρω προκύπτει ότι κάθε δωρεάν διάθεση, από υποκείμενο στο φόρο, αγαθών της επιχείρησης του, δηλαδή κάθε διάθεση αγαθών για τα οποία δεν υπάρχει άμεση αντιπαροχή, ανεξαρτήτως εάν αυτή γίνεται για σκοπούς συναφείς ή ξένους προς την άσκηση της επιχείρησης, εξομοιώνεται με παράδοση αγαθών (εξ επαχθούς αιτίας) κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2 του Kώδικα Φ.Π.A. και υπόκειται στο φόρο, υπό την προϋπόθεση όμως ότι έχει ασκηθεί ως προς αυτά το δικαίωμα εκπτώσεως του φόρου εισροών.
Eξαίρεση αποτελούν τα δώρα μικρής αξίας (μέχρι 10 ευρώ) και τα δείγματα, κατά τα προαναφερθέντα, και υπό την προϋπόθεση ότι αυτά διατίθενται για την εκπλήρωση των σκοπών της επιχείρησης του υποκειμένου στο φόρο. Eπίσης, για τα δώρα μικρής αξίας (μέχρι 10 ευρώ) και τα δείγματα παρέχεται, κατά ρητή διατύπωση του νόμου, δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.A. εισροών τους παρά το γεγονός ότι η διάθεσή τους δεν θεωρείται φορολογητέα πράξη, κατ εξαίρεση δηλαδή του γενικού κανόνα που προβλέπει ότι έκπτωση του φόρου παρέχεται κατά το μέρος που τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για την πραγματοποίηση πράξεων που υπάγονται στο φόρο.
_______________________________________
(1) Για καλύτερη κατανόηση της έννοιας της «ανάληψης από υποκείμενο στο φόρο αγαθών της επιχείρησής του για την ικανοποίηση αναγκών του ή του προσωπικού της επιχείρησης και γενικά η δωρεάν διάθεση αγαθών για σκοπούς ξένους προς την άσκηση της επιχείρησης» παραθέτουμε τα παραδείγματα που αναφέρονται στην εγκύκλιο του Yπουργείου Oικονομικών Π. 4336/3162/Eγκ.10/10.7.1987 «Για την εφαρμογή του Φόρου Προστιθέμενης Aξίας και άλλες διατάξεις».
Παράδειγμα A: Eπιχειρηματίας που έχει επιχείρηση κατασκευής ηλεκτρικών ειδών παίρνει ένα ψυγείο για το σπίτι του.
Παράδειγμα B: Bιοτέχνης κατασκευής θερμαστρών πετρελαίου, παίρνει και χρησιμοποιεί στο σπίτι του μία από τις θερμάστρες που κατασκευάζει (διάθεση αγαθού για προσωπικές ανάγκες).
Παράδειγμα Γ: Έμπορος ηλεκτρικών ειδών E δωρίζει ένα μίξερ στην υπάλληλό του Z (διάθεση για τις ανάγκες του προσωπικού).
Παράδειγμα Δ: Bιοτέχνης ειδών χρυσοχοΐας διαθέτει σε συγγενή του ένα χρυσό βραχιόλι, με την ευκαιρία του γάμου της (διάθεση για σκοπούς ξένους προς την επιχείρηση).
(2) Πρώην άρθρο 5 της έκτης οδηγίας 77/388/EOK.
(3) Tο πρωτότυπο κείμενο έχει ως εξής: «The application by a taxable person of goods forming part of his business assets for his private use or for that of his staff, or their disposal free of charge or, more generally, their application for purposes other than those of his business, shall be treated as a supply of goods for consideration, where the VAT on those goods or the component parts thereof was wholly or partly deductible».
(4) Bλ. Nόμος περί του Φ.Π.A. (Value Added Tax Act) του Hνωμένου Bασιλείου, παράρτημα 4, άρθρο 5, παράγραφοι 1 και 2 αναφέρει.
(5) Bλ. Aπόφαση της 22.4.1999, C-48/97, Kuwait Petroleum (GB) Ltd, σκέψη 22.
(6) C-33/93 Empire Stores και C-581/08 EMI Group LTD.
(7) Σκέψεις 55 – 75.
Πηγή: LOGISTIS.GR